Ο «Ερασιτέχνης επαναστάτης – Προσωπική μυθιστορία» (εκδόσεις Ίκαρος), το νέο βιβλίο του Απόστολου Δοξιάδη, είναι φιλικό και προσιτό στον αναγνώστη, παρά τη μεγάλη του έκταση. Με μία ιστορία συναρπαστική και έναν λόγο διαυγή, ρέοντα, σχεδόν προφορικό. Την ίδια στιγμή, είναι ένα πολύ σύνθετο έργο. Αν και ο πυρήνας του είναι η πολιτική συγκρότηση του κεντρικού ήρωα και αυτοβιογραφούμενου αφηγητή-συγγραφέα, από τα παιδικά του χρόνια έως εκείνα της ενηλικίωσης, τα ζητήματα που προκύπτουν από την ανάγνωσή του είναι ευρύτερα.
Ο Απόστολος Δοξιάδης, με υλικό τον εαυτό του, επικεντρωμένος στην πολιτική, την παρατήρηση και τη δράση συνθέτει ένα παλίμψηστο της νεότερης ελληνικής Ιστορίας. Η μυθιστορηματική ιστοριογραφία του, βιωματική, εξομολογητική, βαθιά ανθρώπινη, αυτοσαρκαστική και στοχαστική συνάμα, καλεί τον αναγνώστη να ανασύρει τις δικές του μνήμες και να αναμετρηθεί κι εκείνος μαζί τους θαρραλέα.
Με αφορμή την κυκλοφορία του «Ερασιτέχνη επαναστάτη», ο συγγραφέας απαντά στις ερωτήσεις μας.
ΘΑΛΗΣ + ΦΙΛΟΙ: Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, στην περιγραφή των παιδικών και εφηβικών σας χρόνων, επιλέξατε να αφηγηθείτε γεγονότα από την προσωπική και την κοινωνική σας ζωή, καθώς και από την πολιτική ζωή του τόπου, υιοθετώντας την οπτική του παιδιού και του εφήβου. Ποια είναι η βαθύτερη σημασία αυτής της επιλογής;
Απόστολος Δοξιάδης: Γενικότερα στο βιβλίο προσπαθώ να αναπλάθω τα αισθήματα της εποχής που αφηγούμαι, άρα και την τότε οπτική απέναντι στα πράγματα. Το ύφος προκύπτει ως φυσική συνέπεια αυτού. Όταν προσπαθήσεις να θυμηθείς πώς ένιωθες σαν παιδί, θα μιλήσεις περισσότερο σαν παιδί—ή αντίστοιχα σαν έφηβος. Απέφυγα βέβαια τις υπερβολές, δηλαδή να παιδιαρίζω.
Θ + Φ: Στο μεγαλύτερο μέρος της αφήγησής σας, σε κάθε στάδιο της πολιτικής σας διαμόρφωσης, μοιάζει να κυριαρχεί, κάτω από την επιφάνεια και τις αναταράξεις των γεγονότων της πραγματικότητας, ένα δικό σας αυστηρό σύστημα αξιών. Σχηματικά, θα μπορούσε κάποιος να το περιγράψει ως προσήλωση στη λογική, σχεδόν με τη μαθηματική της διάσταση, στην ατομική ελευθερία και στις δημοκρατικές αρχές. Ποια γεγονότα, ποιες σκέψεις και ποιοι άνθρωποι διαμόρφωσαν αυτές τις πεποιθήσεις;
Α.Δ. Το θέμα της μαθηματικής, ας την πούμε, λογικής έρχεται αργότερα, στα χρόνια των σπουδών μου—βέβαια το αν και κατά πόσο πρέπει στα ανθρώπινα να ισχύει η μαθηματική λογική είναι άλλο ζήτημα. Θα έλεγα ότι αυτό που περιγράφετε ως αίσθηση που μου καλλιεργείται από τα πρώτα μου χρόνια είναι περισσότερο η κοινή λογική. Και έχει σημασία ο όρος: κοινή λογική σημαίνει ταυτόχρονα και τη λογική μιας κοινότητας, τη λογική που είναι απαραίτητη για να συνεννοείσαι με τους άλλους. Από εκεί και πέρα, η αίσθηση της ελευθερίας είναι και φυσική ορμή στον άνθρωπο πιστεύω, άλλο τόσο όσο είναι καμιά φορά η υπακοή, η ανάγκη της αυθεντίας, που σε ξεκουράζει από το βάρος της ευθύνης. Το πώς αντιπαλεύουν αυτά τα δυο, ανάγκη για ελευθερία και για υπακοή, νομίζω χτίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις πρώτες σχέσεις του παιδιού. Για μένα αυτές ήταν μέσα στο σπίτι μου, με τους γονείς μου και τις αδελφές μου. Αλλά στο κομμάτι που άπτεται της πολιτικής ζωής, όπου η ελευθερία ενσαρκώνεται στη δημοκρατία, ήταν καθοριστικός ο ρόλος του πατέρα μου.