Αρθρογράφος: Γιώργος Νικολάου.Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών
Μια μέρα πριν τις εκλογές, και αφού προβληματίστηκα πολύ αν θα πρέπει να γραφτούν και να δημοσιοποιηθούν αυτές οι γραμμές, αποφάσισα ότι από το να το μετανοιώσω αργότερα γιατί δεν τόκαμα, ας πάρω καλύτερα το ρίσκο να εκφράσω φωναχτά τις σκέψεις μου, υφιστάμενος και τις συνέπειες από την ηχώ τους.
Αυτό το οχτάμηνο του πυκνού πολιτικού χρόνου που έτρεξε από τις εκλογές μέχρι σήμερα με γέμισε ανάμεικτα συναισθήματα σε σχέση με το πώς ασκήθηκε η εξουσία από την πρώτη αριστερή κυβέρνηση της χώρας. Ο αρχικός ενθουσιασμός εναλλάσσονταν με την αμφιβολία, την απογοήτευση, την ανυπομονησία, το θυμό, τον ενθουσιασμό, την ελπίδα και δωσ’ του πάλι απογοήτευση, σε συνδυασμό με την καχυποψία που γεννούσε η ιστορική γνώση των αδέξιων χειρισμών της αριστεράς όταν βρίσκονταν μπροστά σε κρίσιμες καταστάσεις.
Το τρίτο μνημόνιο, μετά το ηχηρό ΟΧΙ του λαού στους εκβιασμούς των ευρωπαίων εταίρων μας, θα μπορούσε, πράγματι, να λειτουργήσει ως θρυαλλίδα μιας έκρηξης αγανάκτησης, αλλά και απογοήτευσης, για το déjà vu της πολιτικής συμπεριφοράς της αριστεράς στη χώρα μας, η οποία, μπροστά στα δύσκολα αμφισβητεί την ίδια την πολιτική νομιμοποίησή της και το δικαίωμά της να κυβερνήσει και να πάρει κρίσιμες αποφάσεις στο όνομα του ελληνικού λαού, ο οποίος την έφερε στην εξουσία.
Είχαμε, όμως, αποκρυπτογραφήσει και ερμηνεύσει τι ακριβώς ήθελε και περίμενε ο ελληνικός λαός από τον ΣΥΡΙΖΑ; Ποιοι ακριβώς συνέθεταν το 36% των εκλογών του Γενάρη και ποιοι το 62% του ΟΧΙ του δημοψηφίσματος; Πώς άραγε φαντάζονταν τη χώρα μετά τη διαπραγμάτευση, σε δύο, σε πέντε ή σε δέκα χρόνια;
Είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι το 4,6% του ΣΥΡΙΖΑ του 2009 (πίσω και από το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη) μετατράπηκε σε 27% το 2012 και σε 36,34% το Γενάρη του 2015, γιατί ξαφνικά οι Έλληνες έγιναν ριζοσπάστες αριστεροί, υιοθετώντας την ακραία αντιευρωπαϊκή ρητορική της Αριστερής Πλατφόρμας και της Ίσκρα. Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν, καταρχάς, μία αποδοκιμασία του διεφθαρμένου, ανάλγητου και απαξιωμένου πολιτικού μορφώματος που συνέθεσαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και οπωσδήποτε, η αναζήτηση της ελπίδας για μια πιο ανθρώπινη, κοινωνικά δίκαιη και πατριωτική διακυβέρνηση της χώρας, απέναντι στο διαφαινόμενο ξεπούλημα της εθνικής κυριαρχίας που είχαν ήδη συναποφασίσει Σαμαράς και Βενιζέλος.
Δεν ισχυρίζομαι ότι ο Λαφαζάνης, ο Λαπαβίτσας και ο Στρατούλης δεν ήταν συνεπείς με τις ιδέες τους, γιατί από το Γενάρη ακόμη, αλλά και μέσα στην κυβέρνηση, είχαν καταστήσει σαφή τον αντιευρωπαϊκό προσανατολισμό τους και τη διάθεσή τους για έξοδο από την Ευρωζώνη. Βρίσκονταν όμως σε αρμονία με το εκλογικό σώμα που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές;
Ακούω συχνά ότι αυτό το οκτάμηνο ο ΣΥΡΙΖΑ ξεγέλασε τον ελληνικό λαό και δεν έκανε αυτά που είχε υποσχεθεί. Έχω, ωστόσο, την αίσθηση ότι κάποια από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ – και ειδικά η Αριστερή Πλατφόρμα – ήταν αυτά που ξεγελάστηκαν από το αποτέλεσμα των εκλογών και οπωσδήποτε δεν ερμήνευσαν σωστά την υποστήριξη προς το κόμμα τους. Θεώρησαν, αφελώς αλλά και αντιδημοκρατικά, ότι το 36% του λαού όχι μόνο τους ανήκε, αλλά και τους νομιμοποιούσε για την ιστορικής σημασίας απόφαση του διαζυγίου μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το λάθος του Τσίπρα ήταν ότι αδιαφόρησε για την ασύμμετρη εκπροσώπηση της μειοψηφίας του κόμματός του – όταν μάλιστα αυτό δεν ξεπερνούσε το 5% του ελληνικού λαού – στην κοινοβουλευτική του ομάδα, με συνέπεια να του δημιουργήσει τα προβλήματα που του δημιούργησε.
Στον αντίποδα, η πολιτική του οξυδέρκεια του επέτρεψε να αφουγκραστεί τα πραγματικά θέλω της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων του και και το πολιτικό του θάρρος δεν τον άφησε να υποκύψει μπροστά στο δίλημμα της διάσπασης του κόμματός του ή της υποταγής του σε τυχοδιωκτικές πολιτικές που θα υπονόμευαν το μέλλον της χώρας.
Το παράδοξο σ’ αυτόν τον τόπο είναι ότι κατηγορείται για «προσκυνημένος» αυτός που έβαλε πάνω από την ενότητα του κόμματός του, αλλά και το δικό του πολιτικό μέλλον, το συμφέρον της χώρας και του λαού.
Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Ήταν η διόρθωση στην πολιτική στρέβλωση που ήθελε μία θορυβώδη και οργανωμένη μειοψηφία να επιβάλλει την άποψή της, όχι μόνο στην πλειοψηφία εντός του κόμματος, αλλά και έξω από αυτό, στον ελληνικό λαό. Αυτό κι αν είναι coup d’ état!
Όπως έγραψα και στην αρχή, ο πολιτικός χρόνος παραμένει εξαιρετικά πυκνός και βέβαια, τίποτα αύριο δεν θα είναι όπως χθες για τον Τσίπρα και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η σκόνη από το γκρέμισμα της γέφυρας με την ακραία πτέρυγά του δεν έχει ακόμη κατακαθίσει. Μέσα στο θολό αυτό σκηνικό θα πρέπει να δοθεί και να κερδηθεί μία εκλογική μάχη, αλλά και να υπάρξει κομματική ανασυγκρότηση, διατυπώνοντας μία νέα πολιτική πρόταση, προκειμένου να καλύψει και να εκφράσει ιδεολογικά τον κενό πολιτικό χώρο μεταξύ Κέντρου και Αριστεράς, χωρίς να χάσει τη φρεσκάδα της αριστερής ψυχής του.
Γιατί την αθωότητά του την έχει ήδη απωλέσει...πηγή
Γιατί την αθωότητά του την έχει ήδη απωλέσει...πηγή