Δευτέρα 19 Απριλίου 2021

Οι κρίσεις έχουν ταξική μεροληψία


Το θέμα "ΕΦΣΥΝ" Ντίνα Δασκαλοπούλου, Εύα Παπαδοπούλου
Παναγιώτης Βουτυράκος, ψυχίατρος παιδιών και εφήβων

Οι νέοι που μεγαλώνουν μέσα στην πανδημία αναφέρονται ως «γενιά κόβιντ» και, παρόλο που οι επιστήμονες από τα διαφορετικά πεδία που ασχολούνται με το θέμα δεν έχουν καταλήξει σε έναν κοινό προσδιορισμό ως προς το ηλικιακό εύρος που περικλείει η έννοια, συμφωνούν ωστόσο πως πρόκειται για μια γενιά που θα έχει ως κοινό χαρακτηριστικό ότι βιώνουν μια εμπειρία οι επιπτώσεις της οποίας θα τη στοιχειώνουν για χρόνια σε πολλά επίπεδα. Μπορούμε να μιλάμε για ένα παγκόσμιο συλλογικό τραύμα; Κι αυτό καθορίζει μια γενιά;

Η γενιά που μεγαλώνει μέσα στη διπλή οικονομική και υγειονομική κρίση είναι η πρώτη μεταπολεμική γενιά στην οποία με βίαιο τρόπο ανατρέπονται βεβαιότητες δεκαετιών. Η οικονομική κρίση ανέτρεψε τη βεβαιότητα μιας ζωής καλύτερης από της προηγούμενης γενιάς, το αύριο πρόβαλλε αβέβαιο και απειλητικό. Η ταυτόχρονη αποσταθεροποίηση των σημαντικών για την ασφάλεια και την ψυχική εμπερίεξη πηγών, όπως η οικογένεια και οι θεσμοί (εκπαίδευση, Δικαιοσύνη κ.λπ.), συνέτειναν στην ασυνείδητη βίωση της κρίσης ως απειλητικής για τη βιολογική και την ψυχική ύπαρξη. Η απειλή οδήγησε σε απελπισία και παραίτηση ή κινητοποίησε μέσω αρχαϊκών ψυχικών μηχανισμών το μίσος για τον άλλο και τη βία.
Η υγειονομική κρίση καθιστά ορατή και συγκεκριμένη την αόριστη και διάχυτη απειλή της περιόδου της οικονομικής κρίσης. Ο άλλος δεν αποτελεί πηγή απόλαυσης και συλλειτουργίας, αλλά απειλή για την ίδια τη ζωή. Ο θάνατος δεν βρίσκεται μόνο μέσα μας σαν αόριστη απειλή, αλλά και γύρω μας. Ο θεσμοί που μπορούν σε αυτή τη φάση να εγγυηθούν την ασφάλεια, όπως το σύστημα υγείας, είναι λόγω νεοφιλελεύθερων επιλογών υπό κατάρρευση.
Η υγειονομική κρίση παράγει ένα παγκόσμιο συλλογικό τραύμα, δεν είναι όμως μια καινοφανής κατάσταση. Η ανασφάλεια, η αίσθηση αβοηθητότητας, η απελπισία, το ψυχικό τραύμα ήταν και πριν από τις διαδοχικές κρίσεις σύμφυτα με τη φύση της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας και αφορούσαν σημαντικό μέρος του πληθυσμού, οι διαδοχικές κρίσεις απλώς τις οικουμενικοποίησαν. Οι κρίσεις έχουν «ταξική μεροληψία», η απειλή βιώνεται πιο έντονα και το τραύμα είναι πιο βαθύ για τους ευάλωτους και τους αόρατους, γι' αυτούς που οι κάθε λογής σχεδιασμοί προστασίας δεν περιλαμβάνουν, γι' αυτούς που «περισσεύουν».

• Διεθνείς οργανισμοί όπως η UNICEF κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μια «χαμένη γενιά» λόγω της πανδημίας, ενώ αναφέρουν πως το γεγονός ότι τουλάχιστον ένα παιδί ή έφηβος στους επτά υπεβλήθη σε περιοριστικά μέτρα κατά το μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς που πέρασε αύξησε το άγχος, την κατάθλιψη και την απομόνωση. Υπάρχουν νήπια που δεν έχουν μπει ποτέ σε μια τάξη, παιδιά που εδώ κι έναν χρόνο δεν έχουν πάει σχολείο, έφηβοι που ζουν πρωτοφανείς συνθήκες περιορισμού. Ποιο είναι το ψυχικό αποτύπωμα σε κάθε ηλικία; Πόσο ίδια ή διαφορετικά αντιδρούν;

Κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, οι επιπτώσεις ήταν πιο ορατές στους εφήβους και στους νέους ενήλικες από ό,τι στα παιδιά. Αυτό μπορεί να σχετίζεται με το ότι οι εκδραματιστικές «θορυβώδεις» συμπεριφορές είναι συχνές στην εφηβεία, ενώ είναι πιο σπάνιες στα μικρότερα παιδιά. Η υποχρεωτική συνύπαρξη στο σπίτι εξάλλου συνήθως βιώνεται ανακουφιστικά για τα παιδιά μικρότερης ηλικίας, παρέχοντας ένα ορατό πλαίσιο ασφάλειας από τη διάχυτη απειλή, ενώ αντίθετα στους εφήβους αναζωπυρώνει εγωδυστονικές συγκρούσεις και ασυνείδητα συναισθήματα για τους σημαντικούς άλλους της ζωής τους.
Σημαντικοί παράγοντες για το είδος του συναισθηματικού αποτυπώματος είναι βέβαια η συγκρότηση και η ψυχική ανθεκτικότητα των εγγυητών της ασφάλειάς τους – στενό, ευρύτερο περιβάλλον και θεσμοί, η πιθανή νόσηση ή ο θάνατος οικείου από την πανδημία.
Η καθήλωση και η παλινδρόμηση σε εξελικτικά πρωιμότερες φάσεις εξάρτησης από ενήλικες, η βίωση των άλλων σαν απειλή, η αδυναμία ένταξης σε «ομάδα ομοίων» μέσα στην οποία ο ανήλικος θα δοκιμάσει και τελικά θα επιλέξει κοινωνικούς ρόλους και θα διαπραγματευτεί κοινωνικούς κανόνες, η διαρκής έκθεση στον φόβο αποτελούν μερικές από τις σημαντικές παραμέτρους τού τρέχοντος βιώματος με ήδη ορατές τις επιπτώσεις τους στην ψυχική υγεία τους.
Είναι δύσκολο να προβλεφθούν οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον βαθμό που η ψυχική κίνηση, ειδικά στους ανήλικους, συγκαθορίζεται και από κοινωνικές αναπαραστάσεις. Η περίοδος της οικονομικής κρίσης έδειξε πως η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη αποτέλεσαν την αποτελεσματικότερη ψυχική ασπίδα, στο μέτρο που μπόρεσαν να μετουσιώσουν τον φόβο και τη μοναξιά σε ελπίδα και διεκδίκηση.

• Το 72% των νέων δηλώνουν ότι η πανδημία τούς έπληξε περισσότερο στην ψυχολογία τους, ενώ στα συναισθήματά τους κυριαρχούν η απογοήτευση, ο θυμός, η αηδία, η απελπισία και ο φόβος. Ποια είναι η εκτίμηση από τη δική σας εμπειρία; Και πώς εμείς οι μεγαλύτεροι πρέπει να «διαβάσουμε» ευρήματα σαν και τα παραπάνω;

Ο ψυχικός (επανα)τραυματισμός κινητοποιεί μηχανισμούς πένθους κατά την περίοδο του οποίου απαντώνται συνήθως αυτά τα αρνητικά συναισθήματα. Το πένθος είναι μια φυσιολογική διεργασία, πλευρές του οποίου διαδραματίζουν θετικό ρόλο στην ψυχική συγκρότηση, στην ατομική και την κοινωνική συνείδηση. Η διεργασία του πένθους εξελίσσεται και ολοκληρώνεται με τυπικό ή παθολογικό τρόπο. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι τόσο οι αναμενόμενες ψυχικές αρχικές αντιδράσεις όσο η έκβαση αυτής της διεργασίας.

Η συρρίκνωση των ψυχικών αποθεμάτων λόγω της προηγηθείσας οικονομικής κρίσης, η αδυναμία ένταξης και αναφοράς σε κοινωνικές ομάδες και χώρους που λειτουργούν ενδυναμωτικά κατά την περίοδο του πένθους λόγω των περιοριστικών μέτρων, η αίσθηση πως η ίδια η ζωή είναι σε διαρκή απειλή και οι σημαντικοί θεσμοί για την προστασία της (όπως το σύστημα υγείας) είναι σε κατάρρευση, η συστηματική ενοχοποίηση και αποδιοπομποίηση των νέων ως υπερμεταδοτών και η άγρια αστυνομική καταστολή «του ενστίκτου της ζωής», της απόδρασης δηλαδή από την απειλή, τον φόβο και τη μοναξιά τού «μένουμε σπίτι», είναι μερικές παράμετροι που προϊδεάζουν για παθολογική έκβαση αυτής της διεργασίας.

Η πραγματικότητα γύρω μας αλλάζει με αλματώδεις ρυθμούς και η ζωή ψηφιοποιείται όλο και περισσότερο. Οι μεγαλύτεροι ανησυχούν για τις πολλές ώρες που τα παιδιά περνούν μπροστά σε μια οθόνη, ωστόσο μήπως πρόκειται για μια νέα ανοίκεια συνθήκη που τρομάζει απλώς εμάς τους νεήλυδες του ψηφιακού κόσμου, ενώ για τους αυτόχθονες είναι απολύτως φυσιολογική εξέλιξη;

Οι σημερινοί νέοι και τα παιδιά είναι σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό εξοικειωμένοι με τα ψηφιακά μέσα. Το πέρασμα στη νέα πραγματικότητα όντως φαίνεται πιο ομαλό στον βαθμό που αρκετές δραστηριότητες ψυχαγωγίας και ελεύθερου χρόνου διαμεσολαβούνται μέσω ψηφιακών εφαρμογών, με άλλοτε άλλη ισορροπία και καταμερισμό του χρόνου μεταξύ μη ψηφιακών και ψηφιακών δραστηριοτήτων.

Η ραγδαία αλλαγή που τον τελευταίο χρόνο επιτελείται χαρακτηρίζεται από την υποχρεωτικότητα του μέσου και την άλωση από αυτό πλείστων περιοχών της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η αποσύνδεση της σχολικής δραστηριότητας από την κοινωνικοποίηση, την ένταξη σε ομάδα, τη διαπραγμάτευση των σχέσεων και των κανόνων και τη διεκδίκηση συνιστά κατά τη γνώμη μου βίαιο γεγονός, στο μέτρο που σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ανατρέπεται η ομαδοκεντρική αντίληψη της εκπαίδευσης.

Η υποχρεωτικότητα αυτής της επιλογής, η απουσία δηλαδή εναλλακτικών και κατά τη γνώμη μου πιο ουσιαστικών τρόπων κοινωνικής ένταξης, η προκριματοποίηση του ατομικού και μοναχικού έναντι του κοινωνικού και συλλογικού αποτελούν εξαιρετικά βίαιο γεγονός και η προϋπάρχουσα εξοικείωση με το μέσον απλώς αμβλύνει με ύπουλο τρόπο τις αντιστάσεις σε αυτήν. πηγή