"Ήρθαν πρόσφυγες από παντού. Γύρω από το έρημο αρχαίο Λιμάνι μαζεύτηκαν πρώτα Υδραίοι, Χιώτες, Μανιάτες, Κρητικοί, μετά Θρακιώτες, Πόντιοι, Νησιώτες, Μακεδόνες, Ρουμελιώτες, Πελοποννήσιοι, Θεσσαλοί, Ηπειρώτες και έφτιαξαν μια νέα ράτσα, λιμανίσια· τους Πειραιώτες. "
Στο
νέο του βιβλίο του Διονύση Χαριτόπουλου με τίτλο «Πειραιώτες», το οποίο κυκλοφορεί στα
βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Τόπος, αφθονούν οι ιστορίες από τον
Πειραιά μιας άλλης εποχής, από το 1947-1967, με εμβόλιμα αποσπάσματα από
τις ειδήσεις για πραγματικά πρόσωπα -τους εφοπλιστάδες της εποχής, τους
ποδοσφαιριστές και τις διάσημες εταίρες- και όχι μόνο. Αλλωστε, όπως
λέει και ο ίδιος στο βιβλίο, ακολουθώντας το παράδειγμα του Σεφέρη,
«Πειραιά, ου μ’ εθέσπισεν». Στο μυαλό και στη σάρκα.
...
Οι φυλές του Πειραιά
Δύο είναι οι φυλές του Πειραιά. Και το αόρατο τείχος που τις χωρίζει είναι σκληρό κι αδιαπέραστο σαν το τείχος του Βερολίνου· αρχίζει από το πάνω φρύδι του Λιμανιού, τα μηχανουργεία του Αγιου Διονύση, και φτάνει ως τις φάμπρικες γύρω από το γήπεδο Καραϊσκάκη.
Από την αποδώ πλευρά, τη βιτρίνα της πόλης, Πλατεία Κοραή, Δημοτικό Θέατρο, Καστέλα, Πασαλιμάνι, Φρεαττύδα, άντε και τις δυο νησιώτικες παροικίες, Χατζηκυριάκειο, Καλλίπολη, σε σπίτια κανονικά μέχρι αρχοντόσπιτα, κατοικούν επί το πλείστον πλοιοκτήτες, καπετάνιοι, εμπορευόμενοι, καθηγητές, δικηγόροι, γιατροί, δημόσιοι υπάλληλοι και ιδιωτικοί, το ανώτερο πλήρωμα των καραβιών, τελωνειακοί, εκτελωνιστές, και την περνάνε από υποφερτά έως ζάχαρη, χάρη στα πλούσια ελέη του Λιμανιού.
Στην αποκεί πλευρά, τον βαθύ Πειραιά, με τις βόρειες συνοικίες πάνω από το Λιμάνι, Δραπετσώνα, Κερατσίνι, Καμίνια, Ταμπούρια, Αμφιάλη, Κοκκινιά, Ασπρα Χώματα, Πέραμα, Αγιά Σοφιά, Μανιάτικα, τα κανονικά σπίτια είναι μετρημένα· όλο παράγκες, παραπήγματα, χαμοκέλες, χαμόσπιτα που ανασαίνουν εργάτες και εργάτριες, μικροπωλητές, ναυτεργάτες και χαμάληδες στο Λιμάνι, αλλά και οι μάγκες, τα αλάνια κι οι αϊτονύχηδες της πιάτσας· γι’ αυτό, αν και η Τρούμπα ανήκει γεωγραφικά στον κεντρικό Πειραιά, την κουμαντάρουν και την περιδιαβαίνουν νύχτα μέρα τα αγόρια των συνοικιών, ενώ για τα καλόπαιδα του κέντρου η Τρούμπα είναι περιοχή απαγορευμένη.
Τα αγόρια των καλών περιοχών και οι επισκέπτες της πόλης δεν περνάνε το αόρατο τείχος προς τις συνοικίες, δεν έχουν κανέναν λόγο για μπλεξίματα. Αλλά έρχονται οι συνοικίες στο κέντρο.
Ιδίως τα Σαββατόβραδα πολλά αγόρια από τις ζόρικες γειτονιές ντύνονται τα καθαρά τους, λαδώνουν το μαλλί και κατηφορίζουν για βόλτα στον λουσάτο Πειραιά, να χαζέψουν φωτισμένες βιτρίνες, περιποιημένα κορίτσια, να δουν νέα έργα στο σινεμά, που δεν παίχτηκαν ακόμα στην περιοχή τους, να πιουν καφέ στα ζαχαροπλαστεία Πασαλιμανιού και πλατείας Κοραή, και με την παρουσία και το τσαμπουκαλεμένο φέρσιμό τους ενοχλούν τα τζιμάνια του κέντρου.