Νίκος Μπελαβίλας*
Ζούμε σε έναν τόπο περιβεβλημένο από θάλασσα, έναν τόπο ακτών, νησιών και λιμανιών. Οι σελίδες της Ιστορίας μας είναι γεμάτες από ταξίδια, πλοία και ναυτικούς.
Ζούμε σε έναν τόπο περιβεβλημένο από θάλασσα, έναν τόπο ακτών, νησιών και λιμανιών. Οι σελίδες της Ιστορίας μας είναι γεμάτες από ταξίδια, πλοία και ναυτικούς.
Είναι η μινωική Κρήτη και τα μαύρα πανιά του Θησέα, η Οδύσσεια, οι αθηναϊκές τριήρεις και η Σαλαμίνα, οι βυζαντινοί δρόμωνες και οι γαλέρες του Δουκάτου του Αιγαίου, οι πειρατές της Μήλου, της Μυκόνου, των Φούρνων, το «Μέντωρ» του Ελγιν, τα επαναστατικά σκάφη της Υδρας, των Σπετσών, των Ψαρών, τα ξύλινα εμπορικά σκαριά των παλαιών ταρσανάδων και τα υπερωκεάνια με τους μετανάστες προς το Ellis Island της Νέας Υόρκης, τα πολεμικά ατμόπλοια του Κουντουριώτη στον Μούδρο αλλά και τα ατμόπλοια «Πατρίς» και «Brittanic» βυθισμένα στην Τζια, τα πλοία των προσφύγων από τη Σμύρνη, τα υποβρύχια του ’40 και τα εμπορικά Liberty του ’50, τα δεξαμενόπλοια του ’60, το αντιδικτατορικό «Βέλος» αλλά και τα σημερινά ναυαγισμένα βαρκάκια των γυναικόπαιδων του πολέμου της Μέσης Ανατολής.
Η διήγηση ετούτη δεν είναι ένα λυρικό σχεδίασμα αλλά οι σταθμοί μιας αφήγησης της μουσειογραφικής έκθεσης, ενός μεγάλου μουσείου της θάλασσας. Είναι οι ναυτικές ιστορίες ενός θαλασσινού λαού, καταμεσής στη Μεσόγειο. Αλλοτε μυθικές, άλλοτε ειρηνικές, άλλοτε βίαιες. Το ίδιο το πνεύμα του τόπου. Υπάρχουν γύρω μας χιλιάδες αρχαιολογικά εκθέματα της κάθε εποχής της ναυτιλίας, από την εποχή των Λαών της Θάλασσας ώς τον 20ό αιώνα. Μιλάμε για ένα κτίριο μνήμης, διδασκαλίας και προβολής λοιπόν, για τη θάλασσα, τους ανθρώπους της, τα ευρήματα των βυθών, τις ενάλιες αρχαιότητες, για όλο τον κρυμμένο πλούτο, του πολιτισμού, της τεχνολογίας, των ανθρώπων.Ο Πειραιάς ήταν σε δύο περιόδους της ύπαρξής του ως πόλης-λιμάνι το κέντρο αυτού του ναυτικού πολιτισμού. Στους αρχαίους και στους σύγχρονους καιρούς. Διανύουμε τη δεύτερη περίοδο. Δεν υπάρχει σημείο σε όλη την Ελλάδα που θα μπορούσε να συμβολίσει καλύτερα τη θαλασσινή ταυτότητα της χώρας από το ίδιο το μεγάλο πειραϊκό αγκυροβόλιο.
Πριν από δέκα χρόνια, η τότε κρατική διοίκηση του ΟΛΠ συνέλαβε την ιδέα της κατασκευής του μουσείου ενάλιων αρχαιοτήτων στην Ηετιώνεια Ακτή, στο κέντρο της λιμενικής ζώνης του Πειραιά. Σχεδίασε τη στέγασή του σε ένα από τα κορυφαία μεσοπολεμικά βιομηχανικά μνημεία του Πειραιά, το Σιλό Σιτηρών, σε εκείνον τον γκρίζο πύργο με το κόκκινο ρολόι που σημαίνει τις ώρες με τα «Παιδιά του Πειραιά» της Μελίνας και του Μάνου. Δίπλα στην αρχαία πύλη της Ηετιώνειας και τις επίσης μνημειακές κτιστές δεξαμενές του 19ου αιώνα.
Είναι ένα ολόκληρο σύμπλεγμα δημόσιων χώρων και μνημείων. Ξεκινά από τον παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό Αγίου Διονυσίου, το «φαράγγι» και τη γέφυρα των ρεμπέτηδων, την αναστηλωμένη θαλασσινή πύλη -το προσφυγικό Καστράκι- ώς την Πέτρινη Αποθήκη, δίπλα στους φορτωτικούς γερανούς και τις αναρροφητικές αντλίες των σιτηρών, στους ταινιόδρομους, στο πλωτό μουσείο «Hellas Liberty» και στις Μόνιμες Κτιστές Δεξαμενές. Είναι μια περιοχή, ανάμεσα στον κεντρικό Πειραιά και στη Δραπετσώνα, όπου αποτυπώνονται με τα κτιστά τους ίχνη, σχεδόν όλα τα layers της τοπικής ιστορίας. Η κλασική αρχαιότητα, η γέννηση της πόλης, η ανάπτυξη των υποδομών, της ναυτιλίας και της βιομηχανίας, ο κόσμος του πλούτου και της φτώχειας, η τεχνολογία πλοίων και λιμανιών.
Σε εκείνο το σημείο συμφώνησαν όλοι, πριν από δέκα χρόνια, να ιδρυθεί το νέο μουσείο. Θεσμοθετήθηκε στο Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας. Σχεδιάστηκε το master plan και ονομάστηκε Πολιτιστική Ακτή από τον ΟΛΠ. Προκηρύχθηκε ένας διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός με δεκάδες συμμετοχές και σημαντικές βραβευμένες ιδέες, ολοκληρώθηκε το πρώτο στάδιο των μελετών. Εντάχθηκε στη σύμβαση παραχώρησης της Cosco. Επιβεβαιώθηκε από όλες τις αποφάσεις των θεσμικών οργάνων, όπως και από την πρόσφατη απόφαση της ΕΣΑΛ. Ως ένα δημόσιο μουσείο, συνδεδεμένο με τους γύρω αρχαιολογικούς χώρους και τα νεότερα μνημεία.
Τα επιχειρήματα για τον λόγο της ύπαρξής του, σε σχέση με την ταυτότητα του Πειραιά, του λιμανιού του και της θέσης του στο μητροπολιτικό δίπολο της πρωτεύουσας, είναι τόσο πολλά που χρειάζονται σελίδες για να γραφτούν. Αντίστοιχα, τα οφέλη από την εξισορρόπηση του ρεύματος των επισκεπτών των αρχαιολογικών χώρων μεταξύ Αθήνας και Πειραιά είναι προφανή. Η εκπαιδευτική του διάσταση και η ελκυστικότητά του είναι δεδομένες. Τα μουσεία εναλίων και τα ναυτικά μουσεία είναι από τα πιο δημοφιλή σε όλο τον κόσμο λόγω της γοητείας και των μύθων των πλοίων, των ταξιδιών, της υποβρύχιας αρχαιολογίας.
Ο Δήμος Πειραιά, παρά την αδράνεια της προηγούμενης φάσης, υιοθέτησε πλέον το έργο. Σήμερα αποτελεί κοινό τόπο, επιτακτικό αίτημα συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Το ίδιο ας γίνει και από τον Δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας καθώς το νέο μουσείο βρίσκεται επί του κοινού ορίου και η Πολιτιστική Ακτή απλώνεται στις εκτάσεις και των δύο παραλιμένιων δήμων. Η διαδικασία πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί. Ωστε το μουσείο να γίνει.
Η Βενετία, το Λονδίνο, το Ρότερνταμ, η Βαρκελώνη, η Βαλέτα έχουν τα αντίστοιχα διεθνούς εμβέλειας μουσεία τους, καταμεσής στα λιμάνια τους, δίπλα στο νερό, ως τοπόσημα των πόλεων και κιβωτούς της ιστορίας τους. Ο Πειραιάς είναι ένα μεγάλο ευρωπαϊκό λιμάνι. Η πόλη δεν γεννήθηκε χθες -ούτε θα σβήσει αύριο- αλλά πριν από πολλούς πολλούς αιώνες. Και το μέλλον της έχει πολλά ναυτικά μίλια ακόμη να διανύσει. Ισως αυτό να είναι το ισχυρότερο επιχείρημα. Η μακράς διάρκειας ναυτική ταυτότητα του τόπου. πηγή
*καθηγητής Πολεοδομίας στη Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ
Η διήγηση ετούτη δεν είναι ένα λυρικό σχεδίασμα αλλά οι σταθμοί μιας αφήγησης της μουσειογραφικής έκθεσης, ενός μεγάλου μουσείου της θάλασσας. Είναι οι ναυτικές ιστορίες ενός θαλασσινού λαού, καταμεσής στη Μεσόγειο. Αλλοτε μυθικές, άλλοτε ειρηνικές, άλλοτε βίαιες. Το ίδιο το πνεύμα του τόπου. Υπάρχουν γύρω μας χιλιάδες αρχαιολογικά εκθέματα της κάθε εποχής της ναυτιλίας, από την εποχή των Λαών της Θάλασσας ώς τον 20ό αιώνα. Μιλάμε για ένα κτίριο μνήμης, διδασκαλίας και προβολής λοιπόν, για τη θάλασσα, τους ανθρώπους της, τα ευρήματα των βυθών, τις ενάλιες αρχαιότητες, για όλο τον κρυμμένο πλούτο, του πολιτισμού, της τεχνολογίας, των ανθρώπων.Ο Πειραιάς ήταν σε δύο περιόδους της ύπαρξής του ως πόλης-λιμάνι το κέντρο αυτού του ναυτικού πολιτισμού. Στους αρχαίους και στους σύγχρονους καιρούς. Διανύουμε τη δεύτερη περίοδο. Δεν υπάρχει σημείο σε όλη την Ελλάδα που θα μπορούσε να συμβολίσει καλύτερα τη θαλασσινή ταυτότητα της χώρας από το ίδιο το μεγάλο πειραϊκό αγκυροβόλιο.
Πριν από δέκα χρόνια, η τότε κρατική διοίκηση του ΟΛΠ συνέλαβε την ιδέα της κατασκευής του μουσείου ενάλιων αρχαιοτήτων στην Ηετιώνεια Ακτή, στο κέντρο της λιμενικής ζώνης του Πειραιά. Σχεδίασε τη στέγασή του σε ένα από τα κορυφαία μεσοπολεμικά βιομηχανικά μνημεία του Πειραιά, το Σιλό Σιτηρών, σε εκείνον τον γκρίζο πύργο με το κόκκινο ρολόι που σημαίνει τις ώρες με τα «Παιδιά του Πειραιά» της Μελίνας και του Μάνου. Δίπλα στην αρχαία πύλη της Ηετιώνειας και τις επίσης μνημειακές κτιστές δεξαμενές του 19ου αιώνα.
Είναι ένα ολόκληρο σύμπλεγμα δημόσιων χώρων και μνημείων. Ξεκινά από τον παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό Αγίου Διονυσίου, το «φαράγγι» και τη γέφυρα των ρεμπέτηδων, την αναστηλωμένη θαλασσινή πύλη -το προσφυγικό Καστράκι- ώς την Πέτρινη Αποθήκη, δίπλα στους φορτωτικούς γερανούς και τις αναρροφητικές αντλίες των σιτηρών, στους ταινιόδρομους, στο πλωτό μουσείο «Hellas Liberty» και στις Μόνιμες Κτιστές Δεξαμενές. Είναι μια περιοχή, ανάμεσα στον κεντρικό Πειραιά και στη Δραπετσώνα, όπου αποτυπώνονται με τα κτιστά τους ίχνη, σχεδόν όλα τα layers της τοπικής ιστορίας. Η κλασική αρχαιότητα, η γέννηση της πόλης, η ανάπτυξη των υποδομών, της ναυτιλίας και της βιομηχανίας, ο κόσμος του πλούτου και της φτώχειας, η τεχνολογία πλοίων και λιμανιών.
Σε εκείνο το σημείο συμφώνησαν όλοι, πριν από δέκα χρόνια, να ιδρυθεί το νέο μουσείο. Θεσμοθετήθηκε στο Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας. Σχεδιάστηκε το master plan και ονομάστηκε Πολιτιστική Ακτή από τον ΟΛΠ. Προκηρύχθηκε ένας διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός με δεκάδες συμμετοχές και σημαντικές βραβευμένες ιδέες, ολοκληρώθηκε το πρώτο στάδιο των μελετών. Εντάχθηκε στη σύμβαση παραχώρησης της Cosco. Επιβεβαιώθηκε από όλες τις αποφάσεις των θεσμικών οργάνων, όπως και από την πρόσφατη απόφαση της ΕΣΑΛ. Ως ένα δημόσιο μουσείο, συνδεδεμένο με τους γύρω αρχαιολογικούς χώρους και τα νεότερα μνημεία.
Τα επιχειρήματα για τον λόγο της ύπαρξής του, σε σχέση με την ταυτότητα του Πειραιά, του λιμανιού του και της θέσης του στο μητροπολιτικό δίπολο της πρωτεύουσας, είναι τόσο πολλά που χρειάζονται σελίδες για να γραφτούν. Αντίστοιχα, τα οφέλη από την εξισορρόπηση του ρεύματος των επισκεπτών των αρχαιολογικών χώρων μεταξύ Αθήνας και Πειραιά είναι προφανή. Η εκπαιδευτική του διάσταση και η ελκυστικότητά του είναι δεδομένες. Τα μουσεία εναλίων και τα ναυτικά μουσεία είναι από τα πιο δημοφιλή σε όλο τον κόσμο λόγω της γοητείας και των μύθων των πλοίων, των ταξιδιών, της υποβρύχιας αρχαιολογίας.
Ο Δήμος Πειραιά, παρά την αδράνεια της προηγούμενης φάσης, υιοθέτησε πλέον το έργο. Σήμερα αποτελεί κοινό τόπο, επιτακτικό αίτημα συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Το ίδιο ας γίνει και από τον Δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας καθώς το νέο μουσείο βρίσκεται επί του κοινού ορίου και η Πολιτιστική Ακτή απλώνεται στις εκτάσεις και των δύο παραλιμένιων δήμων. Η διαδικασία πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί. Ωστε το μουσείο να γίνει.
Η Βενετία, το Λονδίνο, το Ρότερνταμ, η Βαρκελώνη, η Βαλέτα έχουν τα αντίστοιχα διεθνούς εμβέλειας μουσεία τους, καταμεσής στα λιμάνια τους, δίπλα στο νερό, ως τοπόσημα των πόλεων και κιβωτούς της ιστορίας τους. Ο Πειραιάς είναι ένα μεγάλο ευρωπαϊκό λιμάνι. Η πόλη δεν γεννήθηκε χθες -ούτε θα σβήσει αύριο- αλλά πριν από πολλούς πολλούς αιώνες. Και το μέλλον της έχει πολλά ναυτικά μίλια ακόμη να διανύσει. Ισως αυτό να είναι το ισχυρότερο επιχείρημα. Η μακράς διάρκειας ναυτική ταυτότητα του τόπου. πηγή
*καθηγητής Πολεοδομίας στη Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ