Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

Περπατώντας στη Δραπετσώνα του Μεσοπολέμου

Η ιστοσελίδα «Περπατώντας στη Δραπετσώνα του Μεσοπολέμου» δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου «Τεκμηρίωση της Ιστορίας των Οικισμών της Ελλάδας» του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών του ΕΙΕ από την ιστορικό Ελένη Κυραμαργιού με επιστημονικό υπεύθυνο τον Διευθυντή Ερευνών Δημήτρη Δημητρόπουλο.
 
Η Δραπετσώνα των αρχών του 20ού αιώνα θύμιζε τα βιομηχανικά προάστια των πόλεων της δυτικής Ευρώπης των αρχών του 19ου αιώνα. Οι άθλιες εργατικές πολυκατοικίες με τα μικροσκοπικά διαμερίσματα των αγγλικών βιομηχανικών πόλεων, στην περίπτωση Δραπετσώνας ήταν αυθαίρετα αυτοσχέδια παραπήγματα. Άνθρωποι και εργοστάσια συνυπήρχαν στον ίδιο χώρο. Μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, με σύγχρονα μηχανήματα, και εργάτες με τις οικογένειες που ζούσαν σε παραπήγματα και πρόχειρες κατασκευές πλάι στον τόπο εργασίας τους. 

Η τεχνολογική ανάπτυξη και οι άθλιες συνθήκες ζωής και κατοικίας άρχισαν να εμφανίζονται ταυτόχρονα στο δυτικό άκρο της πόλης του Πειραιά. Η μετατροπή του ακατοίκητου χώρου της Ηετιώνειας ακτής σε κέντρο της βαριάς βιομηχανίας της πόλης του Πειραιά συνοδεύτηκε από τη σταδιακή ανάπτυξη της περιοχής σε ζώνη κατοικίας. Η μετατροπή αυτή δεν βασίστηκε σε οργανωμένο σχέδιο, αλλά πραγματοποιήθηκε άναρχα και παράνομα.

Πλάι στα πορνεία των Βούρλων  και τους τεκέδες, άρχισαν να ξεπηδούν αυτοσχέδια σπίτια και οικογένειες εργατών να εγκαθίστανται στην περιοχή. Μοναδική οργανωμένη προσπάθεια εγκατάστασης αποτελούσε ο συνοικισμός των Λιπασμάτων. Η άφιξη των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής και η εγκατάσταση 25.000 προσφύγων στον χώρο από τον Άγιο Διονύσιο έως το εργοστάσιο Λιπασμάτων αποτέλεσε το σημείο τομής στην οικιστική εξέλιξη του συνοικισμού. 
Η ιστοσελίδα «Περπατώντας στη Δραπετσώνα του Μεσοπολέμου» δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου «Τεκμηρίωση της Ιστορίας των Οικισμών της Ελλάδας» του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών του ΕΙΕ από την ιστορικό Ελένη Κυραμαργιού με επιστημονικό υπεύθυνο τον Διευθυντή Ερευνών Δημήτρη Δημητρόπουλο. Η ιστοσελίδα σχεδιάστηκε από την 4share. 

Μέχρι το 1880, ο υποτυπώδης ναός του Αγίου Διονυσίου συνιστούσε το όριο της πόλης, όπου βρισκόταν το νεκροταφείο. Μετά το 1880, ο κορεσμός του «συνοικισμού των εργοστασίων» στη Λεύκα και τα Καμίνια και η ανάπτυξη των θαλάσσιων μεταφορών –με το λιμάνι του Πειραιά να εξελίσσεται σε κέντρο του διαμετακομιστικού εμπορίου– οδήγησαν στη γεωγραφική μετατόπιση μιας σειράς βιομηχανικών μονάδων προς την παράκτια ζώνη της πόλης. 
Σταδιακά, έως το 1910, η Ηετιώνεια Ακτή και οι γειτονικοί όρμοι της Δραπετσώνας –Σφαγείων και Φωρών– μεταμορφώθηκαν σε μια νέα παραθαλάσσια βιομηχανική ζώνη που αναπτύχθηκε ταχύτατα, ενώ οι λιμενικές εγκαταστάσεις επεκτάθηκαν εκ νέου για να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες.
 Η ίδρυση της Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων το 1909 επισφράγισε τον μετασχηματισμό της περιοχής σε επίκεντρο της βιομηχανικής ανάπτυξης του Πειραιά, λόγω του μεγέθους της, του όγκου της παραγωγής και της εργατικής δύναμης που απασχόλησε. Η επιλογή του χώρου ήταν συνδεδεμένη με τα πλεονεκτήματα που εξασφάλιζε: η άμεση πρόσβαση στο λιμάνι πρόσφερε φτηνότερες πρώτες ύλες, λόγω της μείωσης του κόστους μεταφοράς, αλλά και ταχύτητα στη διακίνηση των προϊόντων.

Το 1880, μεταφέρθηκε σε ιδιόκτητο οικόπεδο το ατμοκίνητο σαπωνοποιείο των αδελφών Ζαβογιάννη, στον χώρο βόρεια του όρμου των Φωρών. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1890 σε γειτονικό ιδιόκτητο οικόπεδο, οι αδελφοί Ζαβογιάννη οικοδόμησαν μια νέα μονάδα πυρηνελαιουργίας. Στον ίδιο χώρο, βόρεια του όρμου των Φωρών, ιδρύθηκε το 1894, το ελαιουργείο-σαπωνοποιείο του Γ. Σαραϊντάρη και το 1897 το ελαιουργείο-σαπωνοποιείο των Σκλαβούνου και Ξένου. 
Στις αρχές του 20ού αιώνα και άλλες επιχειρήσεις προστέθηκαν στον βιομηχανικό χάρτη της περιοχής• το βυρσοδεψείο Μιχαλινού το 1904, το αγγειοπλαστείο-τσιμεντοποιείο Ζαβογιάννη-Ζαμάνη και Σία (μετέπειτα ΑΓΕΤ) το 1906, ενώ την ίδια χρονιά μεταφέρθηκε και το Ελληνικό Μηχανοποιείο και Ναυπηγείο Βασιλειάδη Α.Ε. 
Αντίστοιχη ήταν και η ανάπτυξη της περιοχής γύρω από τον Άγιο Διονύσιο όπου πλάι στα μικρά μηχανουργεία και σιδηρουργεία, είχαν ιδρυθεί μεγάλες βιομηχανικές μονάδες. Σε επαγγελματικό οδηγό του 1901 υπήρχαν 5 καταχωρήσεις για την ευρύτερη περιοχή του Αγίου Διονυσίου: το υαλουργείο του Χ. Δ. Αργυρόπουλου, το μηχανουργείο του Σ. Μαλτάκη, ένας έμπορος ξύλου και δύο οικοδομικών υλικών. 
Πέντε χρόνια αργότερα, το 1906, η εικόνα του ίδιου χώρου ήταν πολύ διαφορετική, καθώς λειτουργούσαν 36 καταστήματα, εργαστήρια και μεγαλύτερες μονάδες.

Η ίδρυση του μηχανουργείου Βασιλειάδη το 1861 οριοθέτησε τη μετάβαση στην εποχή της ατμοκίνητης βιομηχανίας, ενώ η μεταφορά του, το 1906, από τον «συνοικισμό των εργοστασίων» που είχε διαμορφωθεί στη Λεύκα στον λιμενοβραχίονα Κράκαρη σηματοδότησε τη γεωγραφική στροφή που συντελέστηκε στη βιομηχανική περιοχή του Πειραιά. 
Η στροφή των βιομηχανικών μονάδων προς την παράκτια ζώνη, αποτυπώθηκε με τη μεταφορά του Ελληνικού Μηχανοποιείου και Ναυπηγείου Βασιλειάδη Α.Ε. το 1906, και εδραιώθηκε με τη λειτουργία του εργοστασίου της «Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων» (Α.Ε.Ε.Χ.Π.Λ.) τρία χρόνια αργότερα. πηγή