Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

Η νέα ψηφιακή μας ταυτότητα

Συντάκτης: Σπύρος Μανουσέλης

Πώς η επιστημονική έρευνα διαφωτίζει και αποτιμά την πρόσκαιρη (υποτίθεται) διαδικτυακή αλλοτρίωσή μας

Η «Δικτυοπλοΐα», η καθημερινή δηλαδή πλοήγηση στο Internet, επιφυλάσσει συχνά στους χρήστες πολύ πιο δυσάρεστες εκπλήξεις από τους ενοχλητικούς... ιούς. Γιατί, άραγε, η μακροχρόνια παραμονή στον ψηφιακό γαλαξία επηρεάζει τόσο δραματικά την προσωπική μας ταυτότητα;

Οπως επιβεβαιώνεται από τις περισσότερες σχετικές έρευνες, η χρήση του Διαδικτύου αντικατοπτρίζει και πολλαπλασιάζει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χρήστη και, ταυτόχρονα, τείνει να ισοπεδώνει και να ομοιογενοποιεί την ανθρώπινη επικοινωνία. Μετατρέποντάς μας, παρά τη θέλησή μας, από ενεργούς «χρήστες» σε άβουλους και παθητικούς «δέκτες» των κυρίαρχων προτύπων διαδικτυακής συμπεριφοράς.

Δισεκατομμύρια άνθρωποι σε κάθε γωνιά του πλανήτη χρησιμοποιούν πλέον καθημερινά τα διαδικτυακά μέσα επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης (social media) όχι μόνο για επαγγελματικούς λόγους αλλά και για να δημιουργούν νέες σχέσεις με άγνωστους ανθρώπους ή για να συντηρούν τις ήδη υπάρχουσες, με έναν εντελώς ανοίκειο τρόπο.
Στο σημερινό άρθρο θα εξετάσουμε πώς το Διαδίκτυο διαμορφώνει τη νέα ψηφιακή μας ταυτότητα, ενώ στο επόμενο θα παρουσιάσουμε τις πιο σκοτεινές ανθρωπολογικές και κοινωνικές συνέπειες αυτών των τεχνολογικών εξελίξεων.

Σύμφωνα με την έκθεση «Global Overview» για το 2017, περίπου 3,5 δισεκατομμύρια άτομα παγκοσμίως, δηλαδή το 46% του ανθρώπινου πληθυσμού, είναι σταθερά συνδεδεμένο στο Διαδίκτυο.

Αυτή η ετήσια έκθεση της εταιρείας «We Are Social» -με έδρα το Λονδίνο- καταγράφει και αναλύει συγκριτικά την ετήσια πρόσβαση 238 χωρών στο Διαδίκτυο.

Από την ίδια έκθεση προκύπτει ότι 2,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι, από κάθε γωνιά του πλανήτη, χρησιμοποιούν τα σταθερά κοινωνικά δίκτυα, ενώ 3,8 δισεκατομμύρια άτομα καταφεύγουν σε κινητές συσκευές.

Δύο επικοινωνιακά φαινόμενα που είναι σε πλήρη ανάπτυξη, δεδομένου ότι εμφανίζουν σαφή αύξηση κατά 10% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, δηλαδή το 2016.

Υπάρχουν, ωστόσο, εμφανείς γεωγραφικές διαφοροποιήσεις ως προς τη διείσδυση του Διαδικτύου στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων: η διείσδυση είναι σαφώς υψηλότερη στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη -όπου η χρήση του Διαδικτύου σε ορισμένες περιπτώσεις πλησιάζει στο 90% του πληθυσμού.

Μολονότι σε απόλυτους αριθμούς οι χρήστες είναι σαφώς περισσότεροι στην Ασία, η διείσδυση του Διαδικτύου στους αντίστοιχους ασιατικούς πληθυσμούς μόλις και υπερβαίνει το 50%. Υπάρχει, λοιπόν, σύμφωνα με αυτή και άλλες σχετικές εκθέσεις, πεδίο λαμπρό για την περαιτέρω διείσδυση των διεθνών εταιρειών του Διαδικτύου σ’ αυτές τις χώρες!
Η διαδικτυακή επανάσταση

Η είσοδος -μόλις πριν από δύο δεκαετίες- του Διαδικτύου στην καθημερινή κοινωνική και προσωπική ζωή των ανθρώπων αποτελεί ασφαλώς ριζική τομή ή, αν προτιμάτε, επανάσταση στις ανθρώπινες σχέσεις.

Μια κοσμοϊστορική τεχνολογική επινόηση που με τις ποικίλες εφαρμογές της επηρεάζει ήδη βαθύτατα τη συμπεριφορά, τον τρόπο σκέψης και άρα τη ζωή των ανθρώπων.

Μια τεχνολογική επανάσταση που, όπως πολύ συχνά λέγεται, ενδέχεται να αποδειχτεί για το μέλλον της ανθρωπότητας εξίσου σημαντική με την επινόηση της γραφής και της τυπογραφίας.

Είναι όμως έτσι; Ή μήπως έχουν δίκιο οι πιο δύσπιστοι αναλυτές των τεχνολογικών εξελίξεων όταν ισχυρίζονται ότι, σήμερα, η ψηφιακή ζωή στο Διαδίκτυο απλώς αντιγράφει και αναπαράγει πιστά την πραγματική ζωή των ανθρώπων;

Κι αν αυτό ισχύει, τότε γιατί οι συστηματικοί χρήστες του Διαδικτύου πιστεύουν ότι ζουν μια διπλή, σχεδόν σχιζοειδή ζωή: ψηφιακή και πραγματική, ταυτοχρόνως;

Προφανώς, ο τρόπος που χρησιμοποιούμε μια επαναστατική τεχνολογία εξαρτάται όχι μόνο από κάποιες «αντικειμενικές» αναγκαιότητες αλλά, σε μεγάλο βαθμό, και από τις ιστορικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες των χρηστών της.

Και ο τρόπος χρήσης των νέων μέσων ψηφιακής δικτύωσης δεν αποτελεί εξαίρεση: σχετίζεται στενά και εξαρτάται από τα ιδιαίτερα πολιτισμικά, κοινωνικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά του χρήστη!

Ετσι, δεν είναι καθόλου περίεργο ότι οι πιο εξωστρεφείς προσωπικότητες τείνουν να χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή επικοινωνία για να εκφράσουν ή να μεγεθύνουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.

Αντίθετα, οι πιο εσωστρεφείς και συντηρητικοί χρήστες του Διαδικτύου θα χρησιμοποιήσουν τις ψηφιακές επαφές τους ως δικαιολογία για να μειώσουν ή, σε ακραίες περιπτώσεις, για να εξαλείψουν εντελώς τις πραγματικές κοινωνικές επαφές τους.

Την αρχική μας ψευδαίσθηση, ότι, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην πραγματική μας ζωή, στο Διαδίκτυο μπορούμε να επιλέγουμε ελεύθερα την ταυτότητά μας -π.χ. το φύλο, το όνομα ή την ιστορία μας- διαδέχεται η συνειδητοποίηση ότι, τις περισσότερες φορές, τα διαδικτυακά «προσωπεία» που επιλέγουμε δεν είναι σχεδόν ποτέ εντελώς αυθαίρετα ή ψευδή.

Η διαδικτυακή ταυτότητα που με τόσο κόπο δημιουργήσαμε για να μας αντιπροσωπεύει στη «νέα» ψηφιακή μας ζωή αποδεικνύεται τελικά πολύ λιγότερο εύπλαστη και «εικονική» απ’ ό,τι συνήθως πιστεύουμε ή απ’ όσο θα επιθυμούσαμε να είναι.

Γεγονός που από μόνο του θα έπρεπε να καθιστά εμφανή την ανεπάρκεια κάποιων πολύ διαδεδομένων «κοινωνιολογικών εξηγήσεων», οι οποίες υποστηρίζουν ότι η αναζήτηση μιας νέας ψηφιακής ταυτότητας στο Διαδίκτυο εξηγείται επαρκώς από την ανάγκη των περισσότερων ανθρώπων να αποδράσουν από τους συμβατικούς κοινωνικούς περιορισμούς ή από τα τραύματα μιας δυσβάσταχτης προσωπικής ζωής.

Οι ανεπάρκειες αυτών των «εξηγήσεων» ήταν εξαρχής εμφανείς, όμως αποκαλύφθηκαν σχετικά πρόσφατα όταν οι ειδικοί αποφάσισαν να μελετήσουν συστηματικά και επιτόπου το πώς ακριβώς κάποιος ή κάποια από εμάς αποφασίζει σχετικά με τη διαδικτυακή διεύθυνση ή για το όνομα που θα υιοθετήσει στο Διαδίκτυο.

Αν π.χ. το διαδικτυακό όνομα και η διεύθυνση που επιλέγουμε είναι είτε πολύ συνηθισμένα είτε πολύ μεγάλα, τότε το ίδιο το Διαδίκτυο τα απορρίπτει και μας επιβάλλει να αναζητήσουμε κάποιες πολύ πιο πρωτότυπες ή ευφάνταστες λύσεις.

Ομως, εξίσου βασανιστικό πρόβλημα αποδεικνύεται το ποια φωτογραφία μας θα επιλέξουμε για το διαδικτυακό μας προφίλ και πόσο αντιπροσωπευτικό ή σκοπίμως παραπλανητικό θέλουμε να είναι το επίσημο διαδικτυακό μας ψευδώνυμο (nickname).

Δύο κάθε άλλο παρά τυχαίες διαδικτυακές επιλογές, αφού από αυτές εξαρτάται η δήθεν ελεύθερη επιλογή του διαδικτυακού προσωπείου μας.

Και τι να πει κάνεις για τα σύγχρονα «ιερογλυφικά» της γλώσσας του Παγκόσμιου Ιστού, τα περίφημα «emotions» και τα «emojoi», τις εκφραστικές φατσούλες και τα άλλα διαδικτυακά εικονίδια που χρησιμοποιούμε πλέον συστηματικά στις διαδικτυακές επικοινωνίες μας για να εκφράσουμε -με τρόπο σύντομο και εξαιρετικά κωδικευμένο- τις πρόσκαιρες αλλαγές της ψυχολογικής μας διάθεσης ή τις αντιδράσεις και τα σχόλιά μας στα μηνύματα που δεχόμαστε.

Ποιος επιλέγει την ψηφιακή μας ταυτότητα;

Πράγματι, πλήθος μελετών σχετικά με το πώς επιλέγουμε την ψηφιακή μας ταυτότητα επιβεβαιώνουν ότι ακόμη και τα πλέον ευφάνταστα ή και κατάφωρα ψευδή διαδικτυακά προφίλ αποδεικνύονται τελικά πολύ πιο πραγματικά από την πραγματικότητα: η συνήθως ψευδής αυτοεικόνα που επιλέγουμε για τις διαδικτυακές μας επαφές αποκαλύπτει πολύ περισσότερα για τις πιο αόρατες -σε εμάς τους ίδιους- πτυχές του εαυτού μας!

Το γεγονός ότι η εικόνα και η συμπεριφορά μας στο Διαδίκτυο δεν μπορεί παρά να αντανακλά αυτό που πραγματικά είμαστε έγινε σαφές από τις πρωτοποριακές έρευνες της Patricia Wallace.

Ηδη από το 1999, ενώ ακόμη δεν υπήρχαν το Google, το YouTube, αυτή η διάσημη ψυχολόγος της νέας ψηφιακής ζωής των ανθρώπων έδειξε ότι η διαδικτυακή μας συμπεριφορά δεν είναι ποτέ αυθαίρετη και, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές μας, δεν μπορούμε να γίνουμε ή να προβάλουμε με επιτυχία οποιαδήποτε εικόνα του εαυτού μας επιθυμούμε.

Εκτοτε πολλές άλλες σχετικές κοινωνιολογικές και ψυχολογικές έρευνες επιβεβαίωσαν τα μάλλον απογοητευτικά συμπεράσματα της Patricia Wallace, όπως το γεγονός ότι η ασώματη ψηφιακή ύπαρξή μας, παρά τις ασύλληπτες επικοινωνιακές δυνατότητες που προσφέρει ο Παγκόσμιος Ιστός, όχι μόνο είναι πιο ψυχρή αλλά και πολύ πιο φτωχή από τις πραγματικές ανθρώπινες επαφές.

Αυτό οφείλεται προφανώς στην απουσία των άμεσων αναδράσεων που θα είχαμε από την πραγματική ενσώματη παρουσία τού ή των συνομιλητών μας, όπως π.χ. μια σειρά από σωματικές ενδείξεις που μας αποκαλύπτουν τις αντιδράσεις των άλλων προσώπων.

Επιπλέον, η προστασία που υποτίθεται ότι μας διασφαλίζουν η «ανωνυμία» και η «αορατότητα» της διαδικτυακής ζωής μας καθιστά συχνά υπερβολικά βίαιους και επιθετικούς απέναντι στους άλλους.

Ενα πολύ σοβαρό πρόβλημα των διαδικτυακών επαφών, που οι κολοσσιαίες εταιρείες του Παγκόσμιου Ιστού επιχειρούν να διαχειριστούν με εξαιρετικά ύποπτα κατασταλτικά μέσα.

Αν, πριν από δύο δεκαετίες, ήταν επιτρεπτό σε κάποιους ρομαντικούς τεχνοεπιστήμονες και συγγραφείς να παρουσιάζουν το Διαδίκτυο ως έναν επίγειο τεχνολογικό παράδεισο ελεύθερης επικοινωνίας και ανεξαρτησίας από οικονομικά ή εθνικά συμφέροντα, σήμερα είναι πλέον σαφές ότι ο άυλος ψηφιακός κόσμος δεν είναι καθόλου «παράδεισος».

Αντίθετα, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι εγκυμονεί, για τους ανυποψίαστους ή τους τεχνολογικά αναλφάβητους χρήστες, τόσες παγίδες όσες και ο πραγματικός κόσμος, αν όχι περισσότερες.

Η μαζική υιοθέτηση και κυρίως η άκριτη χρήση αυτών των πολύ πρόσφατων διαδικτυακών «εργαλείων» μάς υπενθυμίζουν ότι οι σχέσεις της επιστήμης και της τεχνολογίας με την κοινωνία υπήρξαν ανέκαθεν αμφίδρομες: κάθε πραγματικά σημαντική τεχνολογική επανάσταση δεν μπορεί παρά να είναι και μια μεγάλη πολιτισμική επανάσταση που επηρεάζει αποφασιστικά τον τρόπο που αντιδρούν και σκέπτονται οι άνθρωποι, διαμορφώνοντας τελικά τις νέες κοινωνικές εξελίξεις.

Συνεπώς, οι τεχνοφοβικές αντιδράσεις απέναντι στις υπηρεσίες του Διαδικτύου είναι προβλέψιμες και θεμιτές, όχι όμως πάντα δικαιολογημένες.

Διότι θα έπρεπε πλέον να είναι σαφές ότι η εκρηκτική ανάπτυξη και η ταχύτατη διάδοση των διαδικτυακών υπηρεσιών ήρθαν να καλύψουν κάποια επικοινωνιακά κενά και συγκεκριμένα ατομικά ή κοινωνικά αδιέξοδα.

Το ερώτημα αν, στην εποχή του Διαδικτύου, είναι πλέον εφικτή η σαφής οριοθέτηση του δημόσιου από το ιδιωτικό ή του εικονικού από το πραγματικό συνοδεύει τη νέα διαδικτυακή τεχνολογία από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε.

Κάποιες εύλογες -αλλά επ’ ουδενί οριστικές- απαντήσεις σε αυτά τα δύσκολα επιστημονικά και πολιτικά ερωτήματα θα αναζητήσουμε στο επόμενο άρθρο μας.
21ος αιώνας: η εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης


Το Διαδίκτυο (Internet) είναι ένα πολύπλοκο δίκτυο που συγκροτείται από επιμέρους μικρότερα δίκτυα για την καταγραφή, αποθήκευση και ανταλλαγή πληροφοριών.

Ανάμεσα στις πολλές υπηρεσίες παροχής πληροφοριών του Διαδικτύου η πιο δημοφιλής υπηρεσία είναι ο Παγκόσμιος Ιστός (World Wide Web ή www), που φιλοξενεί σήμερα εκατοντάδες κοινωνικά δίκτυα (social networks).

Μέσα σε μόλις είκοσι χρόνια, η τυπικά αμερικανική κοινωνική συνήθεια να διατηρούν την επαφή τους οι απόφοιτοι ενός κολεγίου -έστω και διαδικτυακά- μετουσιώθηκε σε κυρίαρχη κοινωνική συμπεριφορά σε όλον τον πλανήτη.

Η ηγεμονία του Facebook

Τα πιο γνωστά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, το My Space, το Orkut και το Twitter, μετέτρεψαν τον Παγκόσμιο Ιστό σε μια πολυσύχναστη «εικονική πλατεία» όπου καθημερινά συναντιούνται και επικοινωνούν με πρωτοφανή ευκολία άνθρωποι που ζουν στην ίδια γειτονιά χωρίς να έχουν συναντηθεί ποτέ ή και στα πιο απόμακρα σημεία του πλανήτη.

Ενα από τα πιο δημοφιλή μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι το Facebook. Ιδρύθηκε το 2004 από τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ (M. Zuckerberg), τότε φοιτητή Πληροφορικής στο Χάρβαρντ, ο οποίος το προόριζε αρχικά για μέσο επικοινωνίας και επαφής μεταξύ των αποφοίτων του Χάρβαρντ.

Εξάλλου, ακόμα και η ονομασία «Facebook» δεν είναι πρωτότυπη, έτσι ονομάζονταν οι ετήσιες επετηρίδες αποφοίτων των αμερικανικών κολεγίων.

Πολύ σύντομα, βέβαια, ο Ζάκερμπεργκ συνειδητοποίησε -και εκμεταλλεύτηκε με το αζημίωτο!- τις δυνατότητες αυτού του νέου, εύκολου στη χρήση και σχετικά οικονομικού τρόπου επικοινωνίας και ανθρώπινης δικτύωσης.

Η δημιουργία του οποίου έγινε εφικτή χάρη στις εντυπωσιακές τεχνολογικές εξελίξεις της σύγχρονης Πληροφορικής και της Επιστήμης των Υπολογιστών. πηγή