Η ιστορία με την Ακρόπολη με έχει ενοχλήσει πολύ. Μιλάμε για ένα μνημείο που διαχρονικά έχει κακοποιηθεί από αναστηλώσεις και «έργα προστασίας» τα οποία αποφασίστηκαν, αυτονοήτως, από τις τότε «επιστημονικές επιτροπές».
Τρία πράγματα να έχεις διαβάσει για την ιστορία του βράχου, ξέρεις ότι μαζί με τους κεραυνούς τους σεισμούς και τους βανδαλισμούς κατατάσσονται στην ίδια, μην πω και υψηλότερη κατηγορία καταστροφών του μνημείου οι αναστηλώσεις (πχ αυτή του Μπαλάνου, που χρησιμοποιήθηκε σίδηρος).
Με αυτό το ιστορικό, αναρωτιέμαι τι σημαίνει η δήλωση της Μενδώνη στην Καθημερινή ότι «Είμαστε σε μία εποχή, που φαίνεται ότι οι ειδικοί αμφισβητούνται. Αμφισβητήθηκαν οι γιατροί. Αμφισβητούνται τώρα και οι σημαντικότεροι αρχιτέκτονες, μηχανικοί και αρχαιολόγοι, οι οποίοι υπηρετούν στην Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Ακροπόλεως, με κορυφαίο τον ακαδημαϊκό καθηγητή Μανόλη Κορρέ».
Όλοι και όλα αμφισβητούνται, δεν το ξέρει; Δεν είμαστε στον μεσαίωνα, ώστε να επαρκεί η επίκληση της αυθεντίας της επιστημονικής επιτροπής και η απόφαση του ηγεμόνα. Σε μία δημοκρατία οι πολιτικοί υπεύθυνοι καλούνται να αποδείξουν με στοιχεία, όχι με τρολιές και ειρωνίες σαν κακομαθημένες κυράτσες, την αναγκαιότητα ενός έργου, τους λόγους που επιλέχθηκαν συγκεκριμένα υλικά και όχι άλλα, την «προφανή ωφέλεια έναντι της αναγκαίας βλάβης» κλπ.
Προς το παρόν, αντί να μας απαντήσουν συντεταγμένα, λογικά και επιστημονικά, προτιμούν άλλος να μας ειρωνεύεται (Υπουργείο Πολιτισμού), άλλος να απαντάει στους φίλους του που διακινούν εθελοντικά την επιστολή του (Κορρές) και άλλος να μας ψέγει που δεν είμαστε καλά παιδιά και δεν πιστεύουμε το ΚΑΣ (Μενδώνη).
Ωραίο αεράκι δημοκρατίας μας δροσίζει με την ελα τώρα που θα δώσουμε εξηγήσεις στην πλέμπα, φρεσκάδα του. Έρχεται κατ ευθείαν από τις εποχές του 60, μαζί με το σκυρόδεμα, που τότε πάλι αγαπήθηκε με πάθος, τα μεγάλα έργα και την αίσθηση ότι δε χρωστάμε εξηγήσεις στο λαό.
Ξεκινάω λοιπόν από τη θέση ότι δεν πρέπει να αμφισβητούμε τους επιστήμονες του ΚΑΣ. Επιστήμονες είναι, κάτι παραπάνω θα ξέρουν, γιατί να μην τους εμπιστευτώ;
Δεν πάνε όμως πολλοί μήνες, μόλις τον Μάρτιο και τον Μάιο του 2020, που με υπουργική απόφαση αντικαταστάθηκαν οι επιστήμονες του ΚΑΣ που είχαν ψηφίσει κατά της απόσπασης αρχαιοτήτων από τη Βενιζέλου. Στη θέση τους τοποθετήθηκαν άλλοι, που δείχνουν πιο «σύμφωνοι» με τις αποφάσεις του υπουργείου πολιτισμού. Και αυτό το ράβε ξήλωνε δεν γίνεται στο ΚΑΣ για πρώτη φορά.
Γιατί λοιπόν να εμπιστευτώ άνευ ετέρου ένα επιστημονικό όργανο το οποίο α) διαμορφώνεται με βάση πολιτικές σκοπιμότητες, β) έχουν ήδη καταγράφει αντικαταστάσεις αντιφρονούντων και, γ) αν το γκουγκλάρει κανεις, όλο καταγγελίες για σκανδαλώδεις απόπειρες χειραγώγησής του θα βρει;
Και επιπλέον: η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού λέει ότι υπάρχει τσιμεντόστρωση στην Ακρόπολη τουλάχιστον 20 χρόνια και ότι πρόκειται για βελτίωση υφιστάμενων και δημιουργία νέων διαδρομών, ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των αμεα. Οκ. Δημιουργείται όμως το ερώτημα: γιατί επιμένουν στο τσιμέντο και όχι σε ελαφρύτερα και πιο εύκολα αποσπάσιμα υλικά όπως το πλεξιγκλας και το ξύλο, ώστε και τα Αμέα να βολεύονται και να μην υπάρχει αυτή η βαριά τσιμεντίλα που μας ξενίζει;
Η χθεσινή ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού δε μας λέει κάτι, γιατί στόχευσή της δεν ήταν να δώσει απαντήσεις, αλλά να μας ειρωνευτεί, ώστε να κοπούν οι ενοχλητικές ερωτήσεις. Αναγκάζεται λοιπόν να προσθέσει η Μενδωνη στη συνέντευξη που έδωσε στην Καθημερινή ότι στην Ακρόπολη ανεβαίνουν βαριά μηχανήματα που χρειάζονται στέρεο έδαφος αντοχής. Και πάλι δημιουργείται ερώτημα όμως: από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι και την Ακροπολη με γερανούς.
Και επιπλέον: η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού λέει ότι υπάρχει τσιμεντόστρωση στην Ακρόπολη τουλάχιστον 20 χρόνια και ότι πρόκειται για βελτίωση υφιστάμενων και δημιουργία νέων διαδρομών, ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των αμεα. Οκ. Δημιουργείται όμως το ερώτημα: γιατί επιμένουν στο τσιμέντο και όχι σε ελαφρύτερα και πιο εύκολα αποσπάσιμα υλικά όπως το πλεξιγκλας και το ξύλο, ώστε και τα Αμέα να βολεύονται και να μην υπάρχει αυτή η βαριά τσιμεντίλα που μας ξενίζει;
Η χθεσινή ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού δε μας λέει κάτι, γιατί στόχευσή της δεν ήταν να δώσει απαντήσεις, αλλά να μας ειρωνευτεί, ώστε να κοπούν οι ενοχλητικές ερωτήσεις. Αναγκάζεται λοιπόν να προσθέσει η Μενδωνη στη συνέντευξη που έδωσε στην Καθημερινή ότι στην Ακρόπολη ανεβαίνουν βαριά μηχανήματα που χρειάζονται στέρεο έδαφος αντοχής. Και πάλι δημιουργείται ερώτημα όμως: από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι και την Ακροπολη με γερανούς.
Θυμάμαι και κάτι παλιές ιστορίες με ένα κιονόκρανο επτακοσίων κιλών που είχε αποκολληθεί και το αφαίρεσαν, το εφτιαξαν τελοσπαντων και ξανατοποθέτησαν (το ίδιο ή αντίγραφο, θα σας γελάσω) στη θέση του, ήδη από τη δεκαετία του 2000.
Τι άλλαξε και τώρα έγινε επικίνδυνη η Ακρόπολη για τα βαριά μηχανήματα που κουβαλάνε τόνους μαρμάρου, ώστε να πρέπει να της φτιάξουμε γκρι διαδρόμους για μπόουλινγκ, για να περιδιαβαίνουν τα μηχανήματα με ασφάλεια; Και, σε κάθε περίπτωση, γιατί μας σερβίρουν λιγη λιγη την αιτιολογία των έργων σε αυτή; Γιατί πρέπει να ψάχνω τις συνεντεύξεις της Μενδωνη, την προσωπική επιστολή του Κορρέ που διακινούν οι φίλοι του και τις ανακοινώσεις του υπουργείου, για να πάρω ως πολίτης μια ρημάδα απάντηση ως προς τη χρησιμότητα των έργων που θυμίζουν συνέχεια του μεγάλου περίπατου στην Ακρόπολη;
Λέει ακόμα η Μενδώνη, για ποιο λόγο κρίνουμε τα έργα ενώ δεν είναι ακόμα ολοκληρωμένα: για τον ίδιο λόγο που κρίναμε και τον μεγάλο περίπατο, ήδη από τον προσωρινη μορφή του: γιατί δεν μας αρέσουν, γιατί κανεις δεν μας ενημέρωσε για τη στάθμιση ωφέλειας-βλάβης (που αναφέρει ο Κορρές στην επιστολή του), γιατί αισθανόμαστε ότι διαρκώς η κυβέρνηση μας φέρνει προ τετελεσμένων για τα οποία, μάλιστα, δεν ανέχεται αντιρρήσεις και είτε η ίδια είτε τα τσιράκια της θα μας ειρωνευτούν, θα μας πουν κακόπιστους, θα μας πουν οπισθοδρομικούς και, εν τελει, θα παραδεχτούν ότι «βγήκαν και δεν βγήκαν», χωρίς όμως να σταματήσουν να τα προχωρούν.
Πέραν αυτών: η χθεσινή ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού αναφέρει ότι η τσιμεντόστρωση υφίσταται τουλάχιστον εδώ και μια εικοσαετία. Συνοδεύεται από φωτογραφία για την οποία αναφέρεται: «η φωτογραφία από την υφιστάμενη κατάσταση με τις διαδρομές που στρώθηκαν με τσιμέντο από τη δεκαετία του ‘60». Ο Κορρές στην επιστολή του γράφει ότι οι διαστρωσεις που υπάρχουν είναι από το 1976 και έγιναν με τα σχέδια και την επίβλεψη του Γιάννη Τραυλού.
Τι καταλαβαίνουμε από αυτό; Το ίδιο το υπουργείο μπερδεύει τα αμπέρδευτα στην ανακοίνωσή του και δεν ξέρουν οι επιστήμονες που συντάσσουν την ανακοίνωση πότε ακριβώς έγινε η τσιμεντόστρωση. Αλλά αντί να κοιτάνε τα χάλια τους, αυτό που τους μάρανε ήταν να κοροϊδεύουν τους πολίτες, που στην τελική δεν είναι υποχρεωμένοι να ξέρουν τι είναι και από πότε κάθε υλικό που βλέπουν εκεί πάνω.
Προτελευταία παρατήρηση: ο λόγος για τον οποίο δεν ενοχλούσε το τσιμέντο ως σήμερα στην ακρόπολη, είναι ότι «δεν έβγαζε μάτι». Δεν ξέρω αν αυτό συνέβη με τον καιρό ή αν ήταν εξαρχής έτσι σχεδιασμένο. Ξέρω ότι δεν το θυμόμαστε γιατι ήταν σχετικά ομαλά ενταγμένο στην εικόνα του υπόλοιπου χώρου. Είχε ξεθωριάσει και πήρε αυτό το χρωμα; Αγνοώ. Αυτό που μου ήταν απόλυτα σαφές είναι ότι ανέβαινες και δεν δεχόσουν επίθεση από γκρι συμπαγείς όγκους, όπως αυτούς που βλέπουμε στις φωτογραφίες που κυκλοφορούν.
Προσωπικά αυτό με ενοχλεί, ότι ξαφνικά με τα τσιμέντα διαμορφώθηκε κάτι χονδροειδώς διακριτό το οποίο μου φαίνεται μεγάλη παρέμβαση στο χώρο, δυσανάλογη προς τον σκοπό που επιδιώκει. Και νομίζω αυτό είναι που ξενίζει και το συλλογικό κριτήριο που αντιδρά όχι από αντιπολιτευτικό οίστρο, αλλά γιατί αντιλαμβάνεται την παρέμβαση ως μεγάλη, δυσανάλογη και υπερβολικά διακριτή, σε σημείο αλλοίωσης του χώρου. Κάτι το οποίο συνομολογεί εν μέρει και ο Κορρές, μιλώντας για απώλεια (η οποία κατά τον ίδιο αντισταθμίζεται από προφανή και υπέρτερη ωφέλεια).
Τέλος: Το 2002 η Καθημερινή, που ακόμα τότε ήταν σοβαρή εφημερίδα και όχι ένα ακόμα ανυπόληπτο μέσο της λίστας Πέτσα, δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «τα έργα στην Ακρόπολη» που τελείωνε ως εξής: «Αυτά και πολλά ακόμη μπορεί να διαβάσει κανείς στην έκδοση «Τα έργα στην Αθηναϊκή Ακρόπολη» που επιμελήθηκε η Κορνηλία Χατζηασλάνη. Να μάθει κυρίως ότι οι επεμβάσεις στα μνημεία δεν αφορούν μόνο την πολιτεία και την επιστημονική κοινότητα αλλά όλους μας». Σήμερα η Καθημερινή δημοσιεύει χωρίς αντίλογο τις γκρίνιες της Μενδώνη που τολμάμε να αμφισβητούμε επιτροπές, ειδικούς και επιστήμονες. Περνάει βλέπετε ο καιρός, αλλάζουν γνώμη τα έντυπα, αλλάζουν οι κυβερνήσεις, αλλάζουν οι τάσεις, αλλάζουν οι εποχές, αλλάζουν οι επιτροπές και τούτο μόνο φαίνεται να βασιλεύει ακλόνητο και να μεσουρανεί στο χώρο και στο χρόνο: το σκυρόδεμα και το γαρμπίλι.
Πηγή
Πηγή